Διαχρονικά, αρχής γενομένης από την ίδρυσή τους, το 1931, τα Ναυτικά Χρονικά

Διαχρονικά, αρχής γενομένης από την ίδρυσή τους, το 1931, τα Ναυτικά Χρονικά εστιάζουν την προσοχή τους σε κάθε σημαντική εξέλιξη, η οποία ενδεχομένως επηρεάζει το πλαίσιο τόσο της εγχώριας όσο και της διεθνούς ναυτιλιακής βιομηχανίας. Ιστορικά, ο κύριος όγκος των δημοσιευμάτων του περιοδικού καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεματικών, από τις ναυλαγορές και τις ναυπηγήσεις νεότευκτων…
Διαχρονικά, αρχής γενομένης από την ίδρυσή τους, το 1931, τα Ναυτικά Χρονικά εστιάζουν την προσοχή τους σε κάθε σημαντική εξέλιξη, η οποία ενδεχομένως επηρεάζει το πλαίσιο τόσο της εγχώριας όσο και της διεθνούς ναυτιλιακής βιομηχανίας. Ιστορικά, ο κύριος όγκος των δημοσιευμάτων του περιοδικού καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεματικών, από τις ναυλαγορές και τις ναυπηγήσεις νεότευκτων μέχρι τις γεωπολιτικές εξελίξεις αλλά και τις οικονομικές διακυμάνσεις της αγοράς.
Πέραν των ανωτέρω, ιδιαίτερη μνεία γινόταν και σε ιστορικούς σταθμούς της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας ναυτιλιακής ιστορίας, που πάντοτε συμπλήρωναν τη θεματογραφία της ύλης του περιοδικού. Σε ό,τι αφορά τον συγκεκριμένο τομέα, το ενδιαφέρον του εκάστοτε αρθρογράφου επικεντρωνόταν κυρίως σε διηγήσεις περασμένων δεκαετιών, στοχεύοντας στην ενημέρωση του κοινού για τα σημαντικότερα γεγονότα μιας άλλης εποχής. Ωστόσο, δεν ήταν λίγες οι φορές που η εν λόγω κατηγορία έφερνε στο προσκήνιο πλοία, ανθρώπους και ιστορίες από τα πρώτα ψήγματα της ενασχόλησης των ανθρώπων με τη θάλασσα κατά την αρχαιότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, εντάσσεται και το δημοσίευμα της 15ης Ιανουαρίου 1976 των Ναυτικών Χρονικών, με τίτλο «Θαλάσσια Περιήγησις: Από των αρχαίων χρόνων μέχρι της Ελληνικής Επαναστάσεως». Όπως μαρτυρά και ο τίτλος, το άρθρο του Ευάγγελου Ν. Αθηναίου επιχείρησε να καταγράψει διάφορα θέματα που αφορούσαν τη θαλάσσια δραστηριότηταστον ελλαδικό χώρο κατά το πέρασμα των αιώνων.
Μεταξύ άλλων, μέσω του εν λόγω αφιερώματος, πληροφορούμαστε και για το πλοίο το οποίο φημολογείτο πως ήταν «το μεγαλύτερον πλοίον» των αρχαίων χρόνων: Το «Συρακουσία» αποτέλεσε μια ναυπήγηση που έλαβε χώρα κατά τον 3ο αιώνα π.Χ. και κατασκευάστηκε για λογαριασμό του τυράννου των Συρακουσών, Ιέρωνα Β΄.
Εμπνευστής αυτού του αρχαίου ναυπηγικού «θαύματος» θεωρείται ότι ήταν ο Αρχιμήδης, ένας από τους σπουδαιότερους επιστήμονες της αρχαίας εποχής. Σύμφωνα με το αφιέρωμα των Ναυτικών Χρονικών, το πλοίο σχεδίασε ο Κορίνθιος Αρχίας υπό τις οδηγίες του Αρχιμήδη, ενώ η κατασκευή του υλοποιήθηκε από τον ναυπηγό Φιλέα». Για τη ναυπήγησή του, η οποία διήρκεσε ένα ολόκληρο έτος, χρησιμοποιήθηκε «ξυλεία από την Αίτνα και την Ιταλία, σπάρτος από την Ισπανία, κάνναβις και πίσσα από τη Γαλλία».
Το «Συρακουσία» διέθετε χωρητικότητα μεγαλύτερη των 3.000 τόνων, 20 σειρές κουπιών, καθώς και τρία ιστία. Το πλοίο χωριζόταν σε τρία επίπεδα. Στο κατώτερο εξ αυτών τοποθετούνταν τα φορτία, στο μεσαίο βρίσκονταν οι θάλαμοι διαμονής, ενώ στο ανώτερο επίπεδο υπήρχαν οι πολυτελείς χώροι του πλοίου. Μεταξύ άλλων, διέθετε μια μεγάλη αίθουσα ψυχαγωγίας και εντευκτήριο, βιβλιοθήκη, αίθουσα φαγητού, κήπους και χώρους περιπάτου. Για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθός του και τις ανέσεις που προσέφερε, το «Συρακουσία» διέθετε ακόμα «υδατοδεξαμενή, ιχθυοτροφεία, 20 ιπποστάσια, καθώς και έναν ναό αφιερωμένο στη θεά Αφροδίτη». Μάλιστα, οι κοινοί χώροι του πλοίου ήταν επιστρωμένοι με ψηφιδωτά που απεικόνιζαν ολόκληρη την ιστορία της Ιλιάδας.
Όπως γίνεται κατανοητό, το «Συρακουσία» κατασκευάστηκε ώστε να επιτελεί μια σειρά από πολυεπίπεδους ρόλους, όπως ήταν αυτός του εμπορικού πλοίου που μπορεί να μεταφέρει φορτία, του πολυτελούς επιβατηγού πλοίου εν είδει θαλαμηγού, αλλά και του πολεμικού πλοίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι το «Συρακουσία» περιγράφεται να διαθέτει οκτώ πολεμικούς πύργους, ενώ στην πλώρη υπήρχε μια υπερυψωμένη εξέδρα για μάχες, στην κορυφή της οποίας δέσποζε ένας μεγάλος καταπέλτης.
Το πλοίο είχε επίσης κατασκευαστεί με πλήθος τεχνικών χαρακτηριστικών εξαιρετικά καινοτόμων για την εποχή. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και τις πηγές, το «Συρακουσία» διέθετε «γάστρα επενδεδυμένη με φύλλα μολύβδου, τρεις ιστούς και πρόβολο», ούτως ώστε να προστατεύει το κύτος του πλοίου από τα φύκια και τα κοχύλια. Το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό ενδεχομένως να αποτελεί και το πρώτο καταγεγραμμένο παράδειγμα χρήσης αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, ενός συστήματος δηλαδή που είχε σχεδιαστεί για να αποτρέπει την προσκόλληση ρυπαντικών οργανισμών στο κύτος ενός πλοίου.
Το μεγαλύτερο, σύμφωνα με τις πηγές, πλοίο της αρχαιότητας εμφανίστηκε σε πλήθος κειμένων και βιβλίων. Στο έργο «Δειπνοσοφισταί» πληροφορούμαστε ότι το «Συρακουσία», παρά την πολυτέλεια και την καινοτομία κατασκευής του, έπλευσε μόνο μία φορά, γύρω στο 240 π.Χ., από τις Συρακούσες προς την Αλεξάνδρεια, όπου και δωρίστηκε στον ηγέτη της πτολεμαϊκής Αιγύπτου, Πτολεμαίο Δ΄ Φιλοπάτορα, που το μετονόμασε σε «Αλεξάνδρεια». Λόγω του εξαιρετικά μεγάλου για την εποχή μήκους του (υπολογίζεται στα 120 μ.), δεν ήταν δυνατόν να δέσει σε κανένα λιμάνι, με αποτέλεσμα να παραμείνει στην πόλη της Αλεξάνδρειας και να λάβει το αντίστοιχο όνομα.
Συνολικά, το «Συρακουσία» θεωρείται ένα από τα αρτιότερα πλοία που ναυπηγήθηκαν κατά την αρχαιότητα, εντυπωσιάζοντας αφενός με το μέγεθος και αφετέρου με την ποιότητα και την καινοτομία κατασκευής του. Το δημοσίευμα της 15ης Ιανουαρίου 1976 των Ναυτικών Χρονικών, γραμμένο χιλιάδες χρόνια μετά την κατασκευή του «Συρακουσία», φέρνει στο φως μια ιστορική ναυπήγηση της αρχαιότητας, η οποία αποτέλεσε ένα πλοίο-ορόσημο για την αρχαία ναυπηγική και ένα δείγμα των δυνατοτήτων και της τεχνογνωσίας που υπήρχαν στον αρχαιοελληνικό κόσμο.
Μπορείτε να διαβάσετε το αφιέρωμα των Ναυτικών Χρονικών στο «Συρακουσία» εδώ.
Content Original Link:
" target="_blank">